Διαβάζει ένα βιβλίο προσηλωμένη ψυχή τε και σώματι. Και τι σώματι! Flocafe Aμαρουσίου εννέα και μισή το πρωί. Κάθε τόσο κάνει μια χειρονομία με τακτικότητα εκκρεμούς. Να ʼναι κάποιο μυγάκι που την ενοχλεί, ένας ανεπαίσθητος χαιρετισμός προς τον απέναντι νεαρό ή ένα άπαγε προς εμένα αφού,δεν μπορεί, θα ʼχει πιάσει το βλέμμα μου πάνω της ερωτηματικό, αυμαστικό, αποσιωπητικό.
Πάνω στην ώρα χτυπάει το κινητό της. Το σηκώνει και μιλάει ρώσικα, χειρονομώντας, σαν να τα γράφει στον αέρα. Ακούω, βλέπω, σωπαίνω κι ας μην καταλαβαίνω, μαγεμένος από την ενσαρκωμένη προσωδία της ομορφιάς της. Εύχομαι ποτέ να μην τελειώσει, μα κάποτε τελειώνει.
Ξαφνικά σηκώνει το ανοιχτό βιβλίο με το ένα χέρι στο ύψος του στήθους της και το κλείνει απότομα σαν μυγοπαγίδα. Το ανοίγει μετά προσεκτικά, φυσάει τη σελίδα και με κοιτάζει κατάματα. Χαμογελάω χαζά.
– Πούσκιν; τη ρωτάω.
– Πούσκιν, μου απαντάει.
– Ρωσίδα; της κάνω.
– Ουκρανή, διορθώνει.
Πουτάνα, σκέφτομαι.
– Όχι・ ποιήτρια, μου λέει.
Και ξανακάνει την ίδια χειρονομία-μυγάκι, που τώρα μεταφράζω άπαγε αμέσως, σίγουρος πλέον ότι τόση ώρα διάβαζε τις σκέψεις μου.
γυναικων, Μιχάλης Γκανάς
10 σχόλια:
[...] Κοιτάζει τα χέρια της σαν να τα βλέπει πρώτη φορά. Ξένα της
φαίνονται, καθώς κάθονται άνεργα πάνω στη μαύρη ποδιά της,
σαν προσφυγάκια. Έτσι της έρχεται να τα χαϊδέψει.
Τόσα χρόνια δεν γύρισε να τα κοιτάξει και τώρα δεν μπορεί να
πάρει τα μάτια της από πάνω τους. Κι όταν δεν τα κοιτάει ή κάνει
πως δεν τα κοιτάει, την κοιτάνε αυτά.
'Ανεργα χέρια, τι περιμένεις, αφού δεν έχουν δουλειά κάθονται
και κοιτάνε. Δεν είναι που κοιτάνε, άσ' τα να κοιτάνε, είναι που
κοιτάνε σαν να θέλουνε κάτι.
Ξέρει τι θέλουν: να τα χαϊδέψει.
Δεν θα τους κάνει τη χάρη. Ντρέπεται, γριά γυναίκα, να
χαϊδεύεται στα καλά καθούμενα. [...]
Ἡ ζωή μας ἔχει ἀλλάξει κάπως·
δὲν μένουμε μέσα στὴν πόλη πιὰ
ἀλλὰ στὸν δρόμο γιὰ τὴ θάλασσα.
Τὰ βράδια μᾶς ἀπασχολοῦν
οἱ διαδρομὲς τοῦ φεγγαριοῦ
τὰ φτερουγίσματα στοὺς λόφους
καὶ τ’ ἄλογα ποὺ κατεβαίνουν στὸν νερόλακκο.
-
Ἂν τελικὰ ἀποφασίσεις νὰ ’ρθεις
θὰ μοῦ κρατᾶς τὴ νύχτα συντροφιὰ
τώρα ποὺ μπαίνει τὸ φθινόπωρο
κι οἱ μεντεσέδες τρίζουν στὸ σκοτάδι.
Θὰ μάθεις νὰ προσεύχεσαι
μὲ δύναμη κι ἀπελπισία
καὶ τὸ παράξενο αὐτὸ συναίσθημα
θὰ συνδυάζεται μὲ τὶς σκληρὲς γραμμὲς τῆς φύσης.
-
Νὰ φέρεις λίγα ροῦχα καὶ βιβλία
κρατοῦν ἀλλιῶς ἐδῶ τὰ ἴδια·
καὶ μὴν ξεχάσεις τὰ κατάλληλα παπούτσια
γιατί ὁ βάλτος εἶναι πίσω ἀπ’ τὸ σπίτι
καὶ τὸν χειμώνα ἔχουμε πολλὲς βροχές.
-
Σ’ ἀφήνω τώρα· νὰ προσέχεις,
καὶ σ’ ἀγαπῶ πολὺ τὸ ξέρεις.
Σὲ σκέφτομαι στὸν καναπὲ ἐκεῖνο πλάι στὸ παράθυρο
νὰ σκέφτεσαι τὸν χρόνο καὶ τὰ σώματα ὅταν γερνοῦν.
Ὅλα αὐτὰ εἶναι τῆς φαντασίας πράματα ἐδῶ
δὲν ἔχουμε παρὰ μιὰ δυνατὴ καὶ καθαρὴ αἰωνιότητα
ποὺ δὲν κουράζει, ἀλλὰ μερικὲς φορὲς πονοῦν
τὰ μάτια σου.
-
Νὰ κλείσω τώρα τὸ παράθυρο
σηκώθηκε ξανὰ ἀέρας.
* * *
Μαρία Λαϊνᾶ, Ρόδινος φόβος, Καστανιώτης 2002
http://www.youtube.com/watch?v=szpAf3DjlhI
Καλά ρε φίλε, εγώ δεν πέθανα! Ακόμα ζωντανός είμαι! Τόσα χρόνια φίλοι και δεν βγαίνεις να τους πεις τίποτε που με πεθαίνουν πριν την ώρα μου;Δεν το περίμενα ποτέ αυτό από σένα...
Ξεχασα το ονομα στο προηγ. σχόλιο. Ο Θεμιστοκλης είμαι. Με ξέχασες!
Ε! Όχι και το Θεμιστοκλή ρε Μιτο! Πρέπει να προβείς σε αποκατάσταση. Και άργησες πολύ μάλιστα.Με ποιον ρε θα πίνουμε τα τσίπουρα στο στέκι μας;
Πρέπει να κινηθείς αμέσως. Ακόμα κάθεσαι;
Αρε τι ρωσιδα ,τι ουκρανή τ` αλογάκι να ναι σουζα μόνο. Γεια σου Θεμιστοκλή που τ ` ακονιζεις το βιολι....
Ζητώ άμεση αποκατάσταση ,αλλιώς τέρμα τα τσίπουρα. Θα βγαίνω μόνο με τον Κλεό.
Την αποκατάστασή μου ,το κερατό μου!
Πού πας καραβάκι;
Ψηφίζω δαγκωτό Θεμιστοκλή για περιφερειάρχη.
Δημοσίευση σχολίου