Βγαίνω στο δρόμο και σκουπίζω τα αίματά σου
Κι όσα σου είπα δεν μπορώ να τα πιστέψω
"Να μην ξεχάσεις να πιαστείς απ' τα όνειρά σου"
"Να μην φοβάσαι η ζωή είναι μπροστά σου"
Πόσες βλακείες είπα για να ξεμπερδέψω
Δεν ξέρω ποιόν παλεύω να νικήσω
(στίχοι: Οδυσσέας Ιωάννου, μουσική:Μίλτος Πασχαλίδης)
9 σχόλια:
Ωραία γυναίκα του Μιλάνου με πολύ βαμμένα μάτια, με βαμένα χείλη
και νύχια
μ΄εντελώς άβαφτα γόνατα
Κι αυτός, γονατισμένος,
να ζωγραφίζει στο ΄να γόνατό της ένα φίδι
και στ άλλο΄ ένα μικρό παράθυρο να την κοιτάζει μέσα
Γ. Ριτσος/ ΤΟ ΑΓΑΛΜΑ ΣΤΗ ΒΡΟΧΗ
Πιάνο βυθού
Γιάννης Βαρβέρης
Αυτές οι νότες
που σας στέλνω με την άνωση
δεν έχουν πια κανένα μουσικό ενδιαφέρον.
Απ’ τον καιρό του ναυαγίου
που αργά μας σώριασε τους δυo
ως κάτω στον βυθό
σαν βάρος έκπληκτο
το πιάνο του ολόφωτου υπερωκεανίου κι εγώ
έχουμε γίνει μάλλον μια διακόσμηση πυθμένος
μια υπόκωφη επίπλωση βυθού
ένα λουλούδι εξωτικό
ή ένα τεράστιο όστρακο
φωλιά ιπποκάμπων
διάδρομος ψαριών που όλο απορούν
μπρος στην ασπρόμαυρη αυτή μνήμη
του παπιγιόν των πλήκτρων του κολάρου.
Κι αν σε καμιά βαρκάδα σας
διακρίνετε στην ήρεμη επιφάνεια
τρεις πέντε δέκα φυσαλίδες
σαν ντο και σολ και μι
μη φανταστείτε μουσική
είναι λίγη σκουριά που όταν θυμάται
πιέζει κι ανεβαίνει.
Γι’ αυτό να μην ανησυχείτε.
το πιάνο μου κι εγώ
είμαστ’ εδώ πολύ καλά
εκπνέοντας ίσως πότε πότε νότες άσχετες
αλλά μες στην ασφάλεια πλήρους ναυαγίου
και ιδίως
μακριά επιτέλους
από κάθε προοπτική πνιγμού
Ξεμπέρδεψες;
.."Η θάλασσα με μάζεψε απ' το δρόμο.
Μου χάρισε αλάτι να ξεχνάω,
μου έμαθε το κύμα να αγαπάω,
κι ένα κατάρτι έβγαλα στον ώμο.
μόνος μου έφυγα και φτάνω μόνος.
Κι όλους τους δρόμους που με 'βγάλαν εδώ πέρα,
τους έχω πάλι περπατήσει σε μια μέρα.
Μόνη μου πατρίδα είναι ο χρόνος.."
επειδή είναι πολλοί οι όμορφοι στίχοι του
Μη ζητάτε ρολόι, δεν υπάρχει, γιατί όπως σας εξήγησα βρισκόμαστε σε μια βαθιά σπηλιά. Υπάρχει όμως το μεγάλο εκείνο μάτι μέσα στο πλεχτό κλουβί., υπάρχει και η καρδιά μου που σημαίνει τις ώρες και σας οδηγεί ανάμεσα στο σκοτάδι.
Ε.Γονατάς
... χινοπώριασε...
μια "ελαφρά" κατάθλιψη πλαναται, ή μου φαίνεται;
"Σ΄αρέσει να πέφτεις στο ξεστρωμένο μας κρεβάτι,
Οι παλιοί μας ιδρώτες δεν σ΄αηδιάζουν
Τα λερωμένα, από ξεχασμένα όνειρα, σεντόνια μας
Οι κραυγές μας που στο σκοτεινό δωμάτιο αντηχούνε
Όλα τούτα ξεσηκώνουνε το αχόρταγο κορμί σου,
Το άσχημό σου πρόσωπο επιτέλους λάμπει
Που χτεσινοί μας πόθοι είναι όνειρα αυριανά σου ..."
J. MANSOUR
Joyce Mansour, Κραυγές, 1953
Πίθηκε που 'πιθυμάς μια σύζυγο άσπρη
Πίθηκε που λαχταράς τα μικρούλια στήθη
Πίθηκε που ερωτεύεσαι τα γυναικεία κρεβάτια
Πίθηκε άσχημε πίθηκε φτωχέ πίθηκε άμυαλε
ανάμεσα στα χέρια σου καμιά γυναίκα δε χαμογελάει
Πίθηκε διάλεξε σωστά τη θηλυκιά σου.
«Κραυγές» (1953)
Ο άνθρωπος που αμύνεται
μπροστά σε δικαστήριο πιθήκων
Ο άνθρωπος που ρωτά, ο άνθρωπος που ικετεύει
Το κεφάλι του κρύβεται ανάμεσα στις μαλλιαρές του
γάμπες
κ’ οι πίθηκοι περιμένουν
κ’ οι πίθηκοι κατηγορούνε συνηγορούν γελάνε
πριν να καταβροχθίσουνε τον άνθρωπο τη σάπια αυτή
μπανάνα
Δημοσίευση σχολίου