Δευτέρα, Μαΐου 25


Ιωάννης της Κλίμακος, Ι

Είμαι ανεβασμένος πάνω σε μια σκάλα
και κοιτώ τον κόσμο
πίσω από τον φράχτη.
Σκοπεύω για τους συνανθρώπους μου
τούτης της όχθης
της άλλης να φωτογραφίσω τα μεράκια
ό,τι κινείται δηλαδή με σχετική ζωηράδα:
καΐκια φευγαλέα φώτα γιορτών πλοίων
σεκλέτια αφραγκίες και μεζεκλίκια
ανθρώπους αξεδιάλυτους των μπαρ
τους ίδιους καθώς τρέχουν να κρυφτούν
σε υπόστεγα θυέλλης κηδειών γάμων
πολιτικής αντάρας
κι άλλα
της οπτασίας
της Ιστορίας
τρεχάτα γεγονότα
αλλά πάνω στη σκάλα
σαν να τα βλέπω τώρα επί ματαίω
τρέμουν τα γόνατα
και πρέπει να κατέβω
μ’ ένα μονάχα δίλημμα:
ήταν η σκάλα μου ασταθής
ή οι εικόνες μου άστατες
και δεν φωτογραφίζονται.

Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΜΟΝΟΣ , Γ. ΒΑΡΒΕΡΗΣ

4 σχόλια:

Αθυρ είπε...

Γιατί, Θωμά, το ξέρω
ήταν στη φύση σου ποτέ να μην πιστέψεις
κι αγιάζεις έτσι τώρα μες στις τύψεις σου
για τις στρατιές όλων εκείνων
που σε πίστεψαν και χάσαν
το ανεκτίμητο προνόμιο του διλήμματος
κι οριστικά το πνεύμα κι η ψυχή τους
έχουνε νυστάξει

μακάρια μες στην πίστη τους

Νικόδημος ο από Αριμανθαίας είπε...

"Εκεί απ την ανηφόρα
ούτε μας βλέπετε ούτε μας πονάτε
που ανεβαίνουμε
σχεδόν γενναίοι
στο πιό απόκρημνο ίσιωμα
δίχως σταυρό
και δίχως λόφο"

Ακριδοκτόνος είπε...

"Η πόλη με οβελίες αλλού γιορτάζει.
Σταθμός Πελοποννήσου
κι απομεσήμερο του Πάσχα σε παγκάκι
μόνον εσύ κι εγώ καθόμαστε, μητέρα.
Είμαστε γέροι πια κι οι δυό
κι εγώ αφού γράφω ποιήματα
πιο γέρος.
Αλλά που πήγανε τόσοι δικοί μας;
Μέσα σε μια βδομάδα
δεν απόμεινε κανείς.
Ήταν Μεγάλη βέβαια
γεμάτη πάθη, προδοσίες, σταυρώσεις-
θέλουν πολύ για να υποκύψουν
οι κοινοί θνητοί;
Έτσι ακριβώς, από τα Βάγια μέχρι σήμερα
θα ‘πρεπε κάπως να ‘χαμε κι εμείς χωρέσει.

Όμως το Πάσχα τέλειωσε, μητέρα.
Κι εμείς τι θ’ απογίνουμε
σ’ ένα παγκάκι
αθάνατοι
καθώς νυχτώνει;"

nikitas είπε...

πραγματικό δίλημμα αυτό,
[ήταν η σκάλα μου ασταθής
ή οι εικόνες μου άστατες;]
κλίνουμε πού;

είναι κι αυτός ο φράχτης... οριοθετεί χωρίζει και διαχωρίζει...