Τρίτη, Οκτωβρίου 26

" Παράξενα φέγγει στη μνήμη μου η αρχή.


Είναι το φέγγρισμα

πίσω απ' το βράδυ, όταν το φως υποχωρεί απ' τις γωνιές,

όπως τα δίχτυα που απλώνουν στα τηλέφωνα κι ακούς

ένα ασυνάρτητο κενό μέσα στις ανοιχτές γραμμές,

μιαν έκσταση από άτεχνες φωνές μες απ' τα σύρματα,

το βράδυ στο σταθμό που συντροφεύει η θάλασσα,

δυο τρία βράχια κι ο κόρφος ανοιχτός δίχως ορίζοντα
κι ο ήλιος σα λυπημένη Κυριακή κοντά στα κάστρα.

Δεν θα ξεχάσω αυτό το φέγγος στο σταθμό

το πάθος που ξεπερνά την ευφροσύνη του κορμιού

και από σάρκα γίνεται πνευματική αγωνία,

η αγωνία που φέρνουν οι σβησμένες φωνές στο κατώφλι της νύχτας

η αγωνία που φέρνει η μοναξιά δίπλα στον άλλο,

η μοναξιά

μέσα στον άλλο, η μοναξιά μέσα στο πάθος του άλλου.

Όλα τελειώνουν στο τελευταίο σύνορο

χαμηλώνουν τα φώτα στο θάλαμο και σβήνουν

οι σιγανές πατημασιές.

Προσευχηθείτε

για τις σκοπιές που αγρυπνούν."


Νίκος Αλέξης Ασλάνογλου- Σταθμός Λιτοχώρου

Από τη συλλογή Δύσκολος θάνατος (1954)

Δευτέρα, Οκτωβρίου 18

Διονύσης Καρατζάς, Κόκκινη νύχτα


Χορεύεις και σκίζετ' η νύχτα

Μισό φεγγάρι στο λαιμό σου τινάζει τα όνειρα

και το άλλο μισό βυθίζει φως στο σκοτεινό κορμί μου.

Κι όταν τη μέση σου τσακίζεις σαν τόξο τ' ουρανού

αρχίζουν θάλασσες κι η σιωπή.

Κι όπως τα χέρια σου σηκώνουν τους ανέμους

ακίνητον με περιφέρεις στη φωτιά σου,

το θαύμα τούτων των χρωμάτων

που λάμπουνε στο χάσμα που άνοιξες στο μαύρο.



Από τη συλλογή Στα νερά βαθαίνει ο ουρανός (2001)

Κυριακή, Οκτωβρίου 17

ΓΥΝΑΙΚΑ ΜΕΤΑΙΧΜΙΑΚΗΣ ΗΛΙΚΙΑΣ


Γυναίκα μεταιχμιακής ηλικίας γυμνή στο κρεβάτι μου.

Τα μάγουλά της βαμμένα

και το κορμί της μαραμένο στο φυσικό του χρόνο.

Την αγκάλιασα όπως το καμένο σπίτι

που ο μαραγκός δεν ήξερε από που να αρχίσει.

Κάθισα ξύπνιος ύστερα -και την κοίταζα.

Το πρόσωπο της μισό

είχε κάτι από όλους αυτούς που την κατοίκησαν.

Γυναίκα μεταιχμιακής ηλικίας.

Έπιπλα που κουβαλούσαν από τη γέννηση τους την ερημιά του μάστορα.

Γώργος Μαρκόπουλος