Apparition
Το φεγγάρι θλιβόταν. Σεραφείμ εν μέσω λυγμών
Ονειρευόμενα, το τόξο στα δάχτυλα, στην ησυχία των λουλουδιών
Των αιθέριων, εκτόξευαν ετοιμοθάνατες βιόλες
Λευκά δάκρυα που γλιστρούσαν στο μπλε της στεφάνης.
-Ήταν η ευλογημένη μέρα του πρώτου σου φιλιού.
Η ονειροπόλησή μου αγαπώντας να με βασανίζει
μεθούσε επιδέξια με το άρωμα της θλίψης
Που χωρίς λύπη και χωρίς προσπάθεια αφήνει
Τον θερισμό ενός Ονείρου στην καρδιά που το έχει συλλέξει.
Περιπλανιόμουν λοιπόν, το μάτι καρφωμένο στο γερασμένο πεζοδρόμιο
Όταν με τον ήλιο στα μαλλιά, μέσα στο δρόμο
Και μες στο απόβραδο, μου φανερώθηκες γελώντας
Και νόμισα ότι είδα τη νεράιδα με το διάφανο καπέλο
Που κάποτε απ' τους ωραίους ύπνους μου των χαΪδεμένων μικράτων
Περνούσε, πάντα αφήνοντας από τα μισάνοιχτά της χέρια
να πέφτουν λευκές συστάδες από ευωδιαστά αστέρια
Stéphane Mallarmé