Πέμπτη, Νοεμβρίου 27




Μαζί σου επαλήθευσα την καμπύλη
σε γενετήσιες εξάρσεις
με συνένοχη τη γεωμετρία του Σύμπαντος.
Πόδια λαγόνια - σε σωματική επανάσταση.
Γιά σένα το λυρικό απόγευμα Εύα.
Μαζί σου επαλήθευσα τη Φυσική μου
με χιλιάδες κλειδοκύμβαλα με ανάερα
φλάουτα
ροκανίζοντας ειμαρμένη κι απουσία.
Εύα φρυγική κι απροσφώνητη ευτυχία
του μαύρου
σε συντροφεύω στην αιωνιότητα του εόντος.

Παρουσία, Νίκος Καρούζος

12 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

"«λαβωμένος απ΄ το φως, με σκονισμένα τα μαλλιά απ΄ τη μαρμαρυγή της νύχτας, φοβούμαι όχι την ευγένεια των φθόγγων, μα μήπως δεν εύρω στην έρημη κοιλάδα τους αυλούς που κείτονται χωρίς στα κοίλα τους σώματα να ρέουν χρυσά ελεγεία. Η λύρα του Ορφέα έμελλε να συλλέγει τις ακατανόητες τρικυμίες μου στη λήκυθο της αγάπης: σε σένα που ποιος ξέρει πόσες φορές η λατρεία σου θα μου γίνει γέφυρα να περάσω απ΄ την άβυσσο στο καυτερό γήινο αίμα».

Ανώνυμος είπε...

ΤΑ ΑΝΤΙΚΛΕΙΔΙΑ
Η Ποίηση είναι μια πόρτα ανοιχτή.
Πολλοί κοιτάζουν μέσα χωρίς να βλέπουν
τίποτα και προσπερνούνε. Όμως μερικοί
κάτι βλέπουν, το μάτι τους αρπάζει κάτι
και μαγεμένοι πηγαίνουνε να μπουν.
Η πόρτα τότε κλείνει. Χτυπάνε μα κανείς
δεν τους ανοίγει. Ψάχνουνε για το κλειδί.
Κανείς δεν ξέρει ποιος το έχει. Ακόμη
και τη ζωή τους κάποτε χαλάνε μάταια
γυρεύοντας το μυστικό να την ανοίξουν.
Φτιάχνουν αντικλείδια. Προσπαθούν.
Η πόρτα δεν ανοίγει πια. Δεν άνοιξε ποτέ
για όσους μπόρεσαν να ιδούν στο βάθος.
Ίσως τα ποιήματα που γράφτηκαν
από τότε που υπάρχει ο κόσμος
είναι μια ατέλειωτη αρμαθιά αντικλείδια
για να ανοίξουμε την πόρτα της Ποίησης.
Μα η Ποίηση είναι μια πόρτα ανοιχτή

Γιώργης Παυλόπουλος

(που πέθανε χθες και κηδεύεται σήμερα)

Ανώνυμος είπε...

to ελπήνωρ

-για να μην...ντρεπόμαστε που είμαστε απο τον Πύργο!

..."Δε γύρισε να ιδεί. Δεν άκουσε. Ξανάδεσε η σιωπή τριγύρω.
Tο φως σκάβοντας ακατάπαυστα βαθούλωνε τη γη.
H θάλασσα τα κυπαρίσσια τ' ακρογιάλι πετρωμένα
σ' ακινησία θανατερή. Kαι μόνο αυτός ο Eλπήνωρ
που τον γυρεύαμε με τόση επιμονή μες στα παλιά χειρόγραφα
τυραννισμένος απ' την πίκρα της παντοτινής του μοναξιάς
με τον ήλιο να πέφτει στα κενά των στοχασμών του
σκαλίζοντας τυφλός την άμμο μ' ακρωτηριασμένα δάχτυλα
σαν όραμα έφευγε και χάνονταν αργά
στον αδειανό χωρίς φτερά χωρίς ηχώ γαλάζιο αιθέρα"

Τάκης Σινόπουλος,απο τον Πύργο, πολυ φίλος με τον Γίώργη Παυλόπουλο

Ανώνυμος είπε...

"Στα νερά ένα ένα, μ' ακούς
Τα πικρά μου βότσαλα μετρώ, μ' ακούς
Κι είναι ο χρόνος μια μεγάλη εκκλησία, μ' ακούς

Όπου κάποτε οι φιγούρες
Των Αγίων
Βγάζουν δάκρυ αληθινό, μ' ακούς
Οι καμπάνες ανοίγουν αψηλά, μ' ακούς
Ένα πέρασμα βαθύ να περάσω
Περιμένουν οι άγγελοι με κεριά και νεκρώσιμους ψαλμούς
Πουθενά δεν πάω, μ' ακούς
Ή κανείς ή κι οι δύο μαζί, μ' ακούς"

Ανώνυμος είπε...

"Aκουστά σ' έχουν τα κύματα
Πώς χαϊδεύεις, πώς φιλάς
Πώς λες ψιθυριστά το "τί" και το "έ"
Tριγύρω στο λαιμό στον όρμο
Πάντα εμείς το φως κι η σκιά

Πάντα εσύ τ' αστεράκι και πάντα εγώ το σκοτεινό
πλεούμενο
Πάντα εσύ το λιμάνι κι εγώ το φανάρι το δεξιά
Tο βρεμένο μουράγιο και η λάμψη επάνω στα κουπιά

Ψηλά στο σπίτι με τις κληματίδες
Tα δετά τριαντάφυλλα, το νερό που κρυώνει
Πάντα εσύ το πέτρινο άγαλμα και πάντα εγώ η σκιά
που μεγαλώνει
Tο γερτό παντζούρι εσύ, ο αέρας που το ανοίγει εγώ
Eπειδή σ' αγαπώ και σ' αγαπώ
Πάντα εσύ το νόμισμα κι εγώ η λατρεία που το
εξαργυρώνει:"

Ανώνυμος είπε...

"Το τραγούδι του παλιού καιρού"

Αλλάζουν οι καιροί, περνάν τα χρόνια
του κόσμου το ποτάμι είναι θολό
μα εγώ θα βγω στου ονείρου τα μπαλκόνια
για να ιδώ σκυμμένο στον πηλό
καράβια να κεντάς και χελιδόνια

Το πέλαγο πικρό και η γη μας λίγη
και το νερό στα σύννεφα ακριβό
το κυπαρίσσι η γύμνια το τυλίγει
το χόρτο καίει τη στάχτη του βουβό
κι ατέλειωτο του ήλιου το κυνήγι

Κι ήρθες εσύ και σκάλισες μια κρήνη
για τον παλιό του Πόντου ναυαγό
που χάθηκε, μα η μνήμη του έχει μείνει κοχύλι λαμπερό στην Αμοργό
και βότσαλο αρμυρό στη Σαντορίνη

κι απ' τη δροσιά που σάλεψε στη φτέρη πήρα κι εγώ το δάκρυ μιας ροδιάς
για να μπορώ σε τούτο το τεφτέρι καημούς να συλλαβίζω της καρδιάς
με του παραμυθιού το πρώτο αστέρι

Μα τώρα που η Μεγάλη φτάνει Τρίτη
και Ανάσταση θα αργήσει να φανεί
θέλω να πας στην Μάνη και στην Κρήτη
με συντροφιά σου εκεί παντοτινή
το λύκο, τον αητό και τον αστρίτη

κι άμα θα δεις κρυφά στο μέτωπό σου, να λάμπει μια απαλή μαρμαρυγή
τ' αλλοτινό πεφτάστερο, σηκώσου
να ζωντανέψεις πάλι μια πηγή που καρτερεί στο βράχο το δικό σου...

Ανώνυμος είπε...

"Nα 'χε η νοσταλγία σώμα να το σπρώξω απ' το παρά-
θυρο έξω ! Nα τσακίσω εκείνο που δε γίνεται ! Kο-
ρίτσι που από το γυμνό σου στήθος σαν από σχεδία
κάποτε μ' έσωσε ο Θεός

Kαι ψηλά πάνω απ' τα τείχη με την ημισέληνο με πήγε
μην κι από δική μου

Aκριτομύθια φανερωθείς και οι Tύχες σε βάλουν
στο σημάδι Όπως κι έγινε Γιατί τέτοια θέλει κι
αγαπά η ζωή που εμείς αλλού πιστεύουμε πως είναι

Kι από τ' άλλο μέρος της αγάπης από τ' άλλο μέ-
ρος του θανάτου υπνοβατούμε ώσπου αβάσταχτα
περισφιγμένο κείνο που μας έγινε σάρκα της σαρ-
κός σαν το φώσφορο μέσα μας πάρει φωτιά και ανά-
ψει και ξυπνήσουμε

Ίσια ναι πάει ο χρόνος αλλ' ο έρωτας κάθετα
και ή κόβονται στα δύο ή που δεν απαντήθηκαν ποτέ."

mitos είπε...

"Αχ ομορφιά κι αν δεν μου παραδόθηκες ολόκληρη ποτέ
Κάτι κατάφερα να σου ύποκλέψω. Λέω: κείνο το πράσινο κόρης
οφθαλμού πού πρωτο-
Είσέρχεται στον ερωτά και τ'άλλο το χρυσό, πού δπου κι αν το
τοποθετείς ίουλίζει..."

Ανώνυμος είπε...

"Ω απέραντη νοσταλγία
για κάτι που
δεν ζήσαμε
κι όμως αυτό υπήρξε όλη
η ζωή μας"

Ανώνυμος είπε...

"Μια μέρα θα 'ρθει που ο φελλός θα μιμηθεί την άγκυρα και

θα κλέψει τη γεύση του βυθού"

Ανώνυμος είπε...

Βαρέθηκα τους παραπονεμένους ποιητές
Ονόματα λησμονημένα στο συρτάρι
Τις ημερομηνίες που χάθηκαν
Την αγωνία του ασυνεχούς ανά seconde

Χρόνε μονόδρομε
Εκείνο το δάχτυλο μες στον κόλπο μου
όλη νύχτα
Τι ποίηση έσταζε!

Ορθώνω το κεφάλι μου ψηλά
κοιτάζω τ’ άστρα
Και το λεβέντη που μπορεί να τη στοχεύει
την έμπνευση.
Με το δάχτυλο
στου αιδοίου μου τη σκανδάλη
- (Λιάνας Πέτσα, από την ποιητική συλλογή ΕΡΩΣ ΑΕΙ ΑΝΟΙΚΙΖΩΝ)

nikitas είπε...

"[...]Γιατί τέτοια θέλει κι αγαπά η ζωή που εμείς αλλού πιστεύουμε πως είναι[...]"