Δευτέρα, Δεκεμβρίου 29
Τρίτη, Δεκεμβρίου 23
Αυτός εκεί και με τη σκέψη του σκοπεύει
ρίχνει κάτι απλωτές ματιές σαν δίχτυα
κι η άκρη τού κανθού του αγκίστρι
Η σκέψη πίσω απ' τα σμιγμένα φρύδια
σαν βολίδα
κι η τρύπα της καρδιάς που στόχευσε κρατήρας
το αίμα να χύνεται σαν λάβα στις λεωφόρους
με αναρτημένα τα πανώ της ανταρσίας
-μπροστά φρουροί και πίσω μασκοφόροι-
Δίχως ινστρούκτορες... Κι οι όψιμοι προστάτες
σαν φαρισαίοι πίσω απ' τα στασίδια
Έτσι κι ο Ανδρόνικος ο Β' σ' ένα απ' τα χρυσόβουλλα
μιλά για οχλοποιούς, που «εις παραλύπησιν
αυτών μέλλει είναι
των ορθώς κρατουμένων και εκζητούντων,
συντηρείσθαι εις την πρέπουσαν κατάστασιν
της βασιλείας» του. Ο Ανδρόνικος ο Β'!
Και επί πρωθυπουργίας του ο Β', όπως
ο Πιλάτος
νίβει τα χέρια και μιλά ο αναμάρτητος
για οχλοποιούς και για δημοταράκτες
Γιάννης Δάλλας
Πέμπτη, Δεκεμβρίου 18
Ένα μικρό σχόλιο του Άγγελου Καλογερόπουλου στην Αυγή 10/12:
Γιατί ανάβουνε τόσα φώτα μπροστά στα έρημα εφηβικά τους μάτια; Γιατί στολίζουνε τα δέντρα μ’ αυτές τις ουδέτερες μπάλες; Η γιορτή έχει φύγει κάτω από κρότους και πυροβολισμούς. Το γαϊδουράκι πρόγκηξε… Τα παιδιά φεύγουνε σημαδεμένα από ορατές και αόρατες κάννες.
Ένας άδικος θάνατος ενός δεκαπεντάχρονου Αλέξη κάνει τα μάτια μιας δεκαπεντάχρονης Μαίρης να κλαίνε.
Δημοσιογράφοι, πολιτικοί, συνδικαλιστές μιλούν με κασέτα.
Ένα άγριο και ανεξέλεγκτο πάθος σαρώνει τον καταναλωτικό παράδεισο, ασκώντας τη δική του ιδιόμορφη εξουσία. Ο μπάτσος που κρύβουμε μέσα μας βρίσκεται σε ταιριαστή αρμονία με τον απέναντί μας μπάτσο. Οι κοινωνικές εκρήξεις αφήνουν πάντοτε αποκαϊδια, αδιαφορώντας για την ονομαστική του ενός, αφήνοντας αλώβητη τη γενική της εξουσίας.
Ο θάνατος του Αλέξη πρέπει να μας κάνει να σταθούμε στην απουσία της φωνής του ενός.
Τα δάκρυα της Μαίρης δεν πρέπει να γίνουν μίσος και οργή, να εκτονωθούν μέσα στα γενικά συνθήματα του – ειρηνικού ή αγριεμένου- πλήθους. Πρέπει να γίνουν νεράκι που ξαναφέρνει τη ζωή.
Η μόνη εφικτή επανάσταση είναι να καταλύσουμε το κράτος της βίας που κυριαρχεί μέσα μας. Να σπάσουμε τη βιτρίνα που προστατεύει μέσα μας τα κρυφά καταναλωτικά όνειρά μας.
Να βάλουμε τη μόνη πυρκαγιά που ξαναφέρνει τη ζωή.
Να γίνουμε μικρές μολότωφ της αγάπης.
Πέμπτη, Δεκεμβρίου 11
Πέμπτη, Δεκεμβρίου 4
Τρίτη, Δεκεμβρίου 2
Η συνοικία τού Έξαρχου
Από νωρίς τα Εξάρχεια δέχθηκαν το νέο αίµα. Η Νεάπολη ήταν η πρώτη αγαπηµένη περιοχή των φοιτητών, και στην προέκτασή της χτίστηκαν τα Εξάρχεια, µε ακούσιο νονό τον µπακάλη τής γειτονιάς που είχε καταστεί οικονοµικό κέντρο τής συνοικίας. Όλα αυτά χρονολογούνται από τις αρχές τού 20ού αιώνα• ποιος θα περίµενε ότι λήγοντος του 20ού οι ξενοµερίτες θα ρωτούν: «πού πέφτουν τα Εξάρχεια;» και οι πιτσιρικάδες θα απαντούν σκωπτικά: «στον γκρεµό!». Έπεσαν, αλλά πιάστηκαν από γερό κλαδί.Το µεταχουντκό τσουνάµι τής ντρόγκας έστησε µαύρο χορό στην πλατεία, η συνοικία –κέντρο αναρχόβιων και διαµαρτυρηµένων συνειδήσεων, όσο και σχολείο αυτοπεποίθησης– θέλησε να αυτονοµηθεί από τη λοιπή πόλη. Να έχει δικά της σύνορα, να µπορεί να κλείνει τους δρόµους, να προβάλλει τις διαφορές της και να χαίρεται όπως οι φοιτητές στις καταλήψεις. Είναι µήπως τυχαίο ότι ακόµη και σήµερα η αστυνοµική κλούβα δεν τολµάει να περάσει από την πλατεία; Η περιοχή είναι περιώνυµη γιατί έχει µόνιµο πένθος για τη «χαµένη» νεολαία της, αλλά και αξόδευτη δύναµη που είναι αισθητή στα πάντα. Συνήθως τις χαµένες µάχες τις γιατρεύει ο ειρηνικός πληθυσµός. Ο κοσµάκης είναι συµφιλιωµένος µε την κατάσταση, κι όταν λέει «Εξάρχεια» προτιµά να σκέπτεται τις καλές και όχι τις κακές ώρες. Από το κουρείο τού Μάκη, ένα γύρω τα καφενεία και τις ταβέρνες, µέχρι την υπεροπτική Καλλιδροµίου µε τη λαϊκή της και το ανέκδοτο του Μπιθικώτση ότι «ο Ξαρχάκος στεγνώνει γρήγορα µετά το µπάνιο επειδή είναι κοντός», όλα βαίνουν καλώς.Για µας τους παλαιότερους, είναι δύσκολο να διαβούµε τους δρόµους τής συνοικίας χωρίς να αναλογιστούµε τις αλησµόνητες σκιές που πηγαινοέρχονταν σαν σαΐτες πλέκοντας το παραµύθι τού χώρου. Τον Γιώργο Ιωάννου (οδός Κανέλλου Δεληγιάννη), τον Γιώργο Νταλιάνη (που κατέληξε στο Δροµοκαΐτειο Θεραπευτήριο), τον Νικόλα Άσιµο (που αυτοχειριάστηκε, κι όπως µας είπε ο πατέρας του, µικρό τον έδενε σε δέντρο), τον Χρήστο Βακαλόπουλο (που αγαπούσε την µπλε πολυκατοικία και έµενε στην οδό Ασηµάκη Φωτίλα) και, φυσικά, τον Νίκο Μπαλή.Ο Μπαλής ήταν εµβληµατική εξαρχειώτικη φιγούρα. Αλλόκοτο κράµα ευφυΐας, βιβλιογνωσίας, οξύνοιας και οξυθυµίας, εργατικός, δηµιουργικός, προσβλητικός, όταν το ζητούσε η στιγµή, και ανένδοτος, µε τον θάνατό του έλειψε σε όλους. Στον εαυτό του πριν απ’ όλα, διότι έφυγε νεότατος, στην οικογένειά του, στους φίλους και συνεργάτες, στο «Παρασκήνιο», όπου είχε στήσει κανονικό κέντρο διαλέξεων, και στον Δηµήτρη Αρβανίτη, αλλά και στον ίδιο τον τόπο ένα γύρο που τον ήθελε. Ακόµη µοσχοβολούν στην Καλλιδροµίου τα πούρα του και τα λόγια του.Μεγαλώνοντας, χωρίς να θέλουµε, ψυχανεµιζόµαστε ότι η ζωή επινοεί ψεύδη για να στήσει την αλήθειά της, µε αποτέλεσµα να γράφει ιστορία εκεί που εµείς νοµίζουµε ότι απλώς παραφέρεται. Οι δρόµοι παραµένουν καρφωµένοι στη γη αλλά καθένας που αποχωρεί είναι σαν να παίρνει µαζί του ένα σπάνιο είδωλο του χώρου που δεν επιστρέφει. Πλην όµως, όπως έλεγαν οι παλιοί, η ζωή δεν είναι για χόρταση. Ήρθες, είδες, έφυγες. Το µόνο βάλσαµο είναι οι νέοι κάτοικοι, οι νέοι άνθρωποι, το νέο παραµύθι που θα ξαναντυθεί τα κυριακάτικά του για να κάνει παιχνίδι.Πράγµατι, η συνοικία διαθέτει µαγνητισµό: είναι κέντρο-απόκεντρο, βρίσκεσαι στο σύνορο του κέντρου τής Αθήνας κι όµως έχεις την ευεργετική αυταπάτη ότι κατοικείς σε προάστιο. Ο λόφος τού Στρέφη (πρώην λόφος Αγχέσµου) εντείνει την αίσθηση, καθώς είναι βουνό συµφιλιωµένο µε κατοικίες. Είναι άλλωστε εξόχως χαρακτηριστικό ότι η πρώτη πολυκατοικία τής Αθήνας χτίστηκε –πού αλλού;– στα Εξάρχεια.
Πέμπτη, Νοεμβρίου 27
σε γενετήσιες εξάρσεις
με συνένοχη τη γεωμετρία του Σύμπαντος.
Πόδια λαγόνια - σε σωματική επανάσταση.
Γιά σένα το λυρικό απόγευμα Εύα.
Μαζί σου επαλήθευσα τη Φυσική μου
με χιλιάδες κλειδοκύμβαλα με ανάερα
φλάουτα
ροκανίζοντας ειμαρμένη κι απουσία.
Εύα φρυγική κι απροσφώνητη ευτυχία
του μαύρου
σε συντροφεύω στην αιωνιότητα του εόντος.
Παρουσία, Νίκος Καρούζος
Τετάρτη, Νοεμβρίου 19
το φόρεμά της κολλάει στο κορμί της.
Κι αυτός με το χέρι στην τσέπη,
παράτησε το ζεσταμένο νόμισμα κι έσφιξε το φαλλό του.
Έι -φώναξε-
έι, άτιμη, μαγκούφα, σκρόφα ζωή, τι όμορφα που μοσκοβολάει
αλμύρα, δάφνη, σπέρμα και μουνί το μπορντέλο του κόσμου
«Πορθμείο», Γιάννης Ρίτσος, περ. "ΔΕΝΤΡΟ"
Δευτέρα, Νοεμβρίου 17
Ο ΝΙΚΟΣ ΞΥΛΟΥΡΗΣ ΣΤΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ
ΤΟ ΠΡΟΦΗΤΙΚΟ ΠΟΙΗΜΑ ΤΟΥ ΜΙΧΑΛΗ ΚΑΤΣΑΡΟΥ "ΚΑΤΑ ΣΑΔΔΟΥΚΑΙΩΝ" ΤΑΙΡΙΑΖΕΙ ΑΠΟΛΥΤΑ ΣΤΗΝ ΕΠΕΤΕΙΟ....
Κατά Σαδδουκαίων
Πλήθος Σαδδουκαίων Ρωμαίων υπαλλήλων μάντεις και αστρονόμοι (κάποιος Βαλβίλος εξ Εφέσου) περιστοιχίζουν τον Αυτοκράτορα. Κραυγές απ' τον προνάρθηκα του Ναού. Απ' τη φατρία των Εβιονιτών κραυγές: Ο ψευδο-Μάρκελος να παριστάνει το Χριστό. Διδάσκετε την επανάστασιν κατά του πρίγκηπος Οι Χριστιανοί να 'χουνε δούλους Χριστιανούς. Η αριστοκρατία του Ναού να εκλείψει. Εγώ απέναντι σας ένας μάρτυρας η θέληση μου που καταπατήθηκε τόσους αιώνες.
Τους ύπατους εγώ ανέδειξα στις συνελεύσεις κι αυτοί κληρονομήσανε τα δικαιώματα φορέσαν πορφυρούν ατίθασον ένδυμα σανδάλια μεταξωτά ή πανοπλία εξακοντίζουν τα βέλη τους εναντίον μου - η θέληση μου που καταπατήθηκε τόσους αιώνες.
Τους άλλους απ' την πέτρα και το τείχος μου καθώς νερό πηγής τους είχα φέρει η θρησκεία τους μυστηριώδης δεισιδαιμονία τ' άλογα τους απ' τον κάμπο μου"
δε μου επέτρεψαν να δω τον Αυτοκράτορα τους υπάτους δεν άφηναν να πλησιάσω σε μυστικά συμπόσια και ένδοξα τη θέληση μου που την καταπατήσανε τόσους αιώνες.
Τώρα κι εγώ υποψιάζομαι όλο το πλήθος των αυλοκολάκων όλους τους ταπεινούς γραμματικούς τους βραβευμένους με χρυσά παράσημα λεγεωνάριους και στρατηλάτες υποψιάζομαι τις αυλητρίδες τη γιορτή όλους τους λόγους και προπόσεις αυτούς που παριστάνουνε τους εθνικούς τον πορφυρούν χιτώνα του πρίγκηπος τους συμβουλάτορες και τους αιρετικούς υποψιάζομαι συνωμοσία νύκτα θα ρεύσει πολύ αίμα νύχτα θα εγκαταστήσουν τη βασιλεία τους νέοι πρίγκιπες με νέους στέφανους οι πονηροί ρωμαίοι υπάλληλοι του Αυτοκράτορος 'τοιμάζουνε κρυφά να παραδώσουν να παραδώσουν τα κλειδιά και την υπόκλιση τους. Εγώ πάλι μέσα στο πλήθος διακλαδίζομαι η θέληση μου διακλαδίζεται μέσα στο πλήθος μαζεύω τους σκόρπιους σπόρους μου για την καινούργια μακρινή μου ανάσταση μαζεύω.
Βησιγότθοι
Άξαφνα η πόρτα μας άνοιξε. πρώτος κατέβαινε ο αυτοκράτορας με καινούργια στολή ο νέος αρχιεπίσκοπος ο υπουργός παιδείας και θρησκευμάτων (η εργάτρια Ντούμπιοβα παρήγαγε δεκαπέντε χιλιάδες ποτήρια) ο στρατάρχης ήρωας της μάχης Σαρώ πιο πίσω οι αυλοκόλακες οι υπάλληλοι όλοι με τας συζύγους των ο πρόεδρος τους ανωτάτου δικαστηρίου στο τέλος ένα παιδί που ήταν ο γελωτοποιός.
Εγώ αντιπροσώπευα τα στρατεύματα της Κορέας των Γάλλων πατριωτών των Ισπανών εξόριστων την παυμένη εφημερίδα «Ελεύθερη Γνώμη» την άλλη που έμεινε μόνον ο τίτλος της.
Οι ποιητές κρατώντας τα λάβαρα έγραφαν ύμνους κρατούσαν την αναπνοή μπροστά στους επισήμους χειροκροτούσαν ακατάπαυστα όλους τους ρήτορες. Τώρα το πώς εγίνηκε το απαίσιο πλήθος να στριμώχνεται πάλι στα κάγκελα το πώς εγίνηκε το συνδικάτο των οικοδόμων να στέλνει ομόφωνα ψηφίσματα να στρώνει χαλιά γι αυτή την παρέλαση μην το ρωτήσετε. Φταίει αυτός που ήτανε δίπλα μου όπου στην κρίσιμη ώρα σ' αυτή τη σιωπή εψιθύρισε: Η μύτη της κυρίας Δημάρχου θυμίζει τη γεωγραφία.
Το τι επακολούθησε δεν περιγράφεται. Διαδόθηκε μέσα στο αδιάφορο πλήθος η φήμη οι υπουργοί θορυβήθησαν ο πυγμάχος που έγινε χωροφύλακας έλαβε θέση στους διπλανούς διαδρόμους οι πυροσβέστες πλησιάσαν ο πρόεδρος χτυπούσε μέσα στην αίθουσα τον κώδωνα σβηστήκαν τα κεριά του ναού και κει στη μεγάλη τους σύγχυση τα κατάφερα μ' ένα μικρό βηματάκι άξαφνα να βρεθώ να θαυμάζω το θέαμα.
Όταν τα φώτα ξανάναψαν η χάλκινη πόρτα αμίλητη έκλεισε όπως φαίνεται και δίπλα μου οι γυναίκες ξεφώνιζαν τραβούσαν τα μαλλιά τους τσιρίζοντας όχι γιατί δεν πρόλαβαν την παρέλαση όλων των επισήμων αλλά που χάσανε μέσα στο σκότος τους άντρες τους.
Οι πάροδοι που οδηγούσαν προς τις εξέδρες στις πόρτες των ναών και των φυλάκων στους διαδρόμους των εξοχών στα δημόσια πάρκα στα κρατικά εκπαιδευτήρια στη δουλειά με το κομμάτι στην ποινή του θανάτου παντού παντού παντού ως και σε μένα τον αδιάφορο είχανε εισχωρήσει σα μυστικοί χωροφύλακες οι Βησιγότθοι.
Μη σκεφτείς άσκημα για τους Βησιγότθους είναι κάτι ακίνητα μαζεμένα υποκείμενα που παριστάνουν τους επιδρομείς.
Πάντως θα καταλάβατε τον αρχαίο ναό τι αντιπροσώπευε ο γελωτοποιός τι αντιπροσώπευα εγώ ο γελοίος ποιοι οι Βησιγότθοι οι αρχιεπίσκοποι κι ο ένδοξος αυτοκράτορας.
Υπάρχουνε προϋποθέσεις για μια καινούργια άνοιξη.
Όταν ...;
Όταν ακούω να μιλάν για τον καιρό όταν ακούω να μιλάνε για τον πόλεμο όταν ακούω σήμερα το Αιγαίο να γίνεται ποίηση να πλημμυρίζει τα σαλόνια όταν ακούω να υποψιάζονται τις ιδέες μου να τις ταχτοποιούν σε μια θυρίδα όταν ακούω σένα να μιλάς εγώ πάντα σωπαίνω.
Όταν ακούω κάποτε στα βέβαια αυτιά μου ήχους παράξενους ψίθυρους μακρινούς όταν ακούω σάλπιγγες και θούρια λόγους ατέλειωτους ύμνους και κρότους όταν ακούω να μιλούν για την ελευθερία για νόμους ευαγγέλια και μια ζωή με τάξη όταν ακούω να γελούν όταν ακούω πάλι να μιλούν εγώ πάντα σωπαίνω.
Μα κάποτε που η κρύα σιωπή θα περιβρέχει τη γη κάποτε που θα στερέψουν οι άσημες φλυαρίες κι όλοι τους θα προσμένουνε σίγουρα τη φωνή θ' ανοίξω το στόμα μου θα γεμίσουν οι κήποι με καταρράκτες στις ίδιες βρώμικες αυλές τα οπλοστάσια οι νέοι έξαλλοι θ' ακολουθούν με στίχους χωρίς ύμνους ούτε υποταγή στην τρομερή εξουσία.
Πάλι σας δίνω όραμα.
Η διαθήκη μου
Αντισταθείτε σ' αυτόν που χτίζει ένα μικρό σπιτάκι και λέει: καλά είμαι εδώ. Αντισταθείτε σ' αυτόν που γύρισε πάλι στο σπίτι και λέει: Δόξα σοι ο Θεός. Αντισταθείτε στον περσικό τάπητα των πολυκατοικιών στον κοντό άνθρωπο του γραφείου στην εταιρεία εισαγωγαί - εξαγωγαί στην κρατική εκπαίδευση στο φόρο σε μένα ακόμα που σας ιστορώ.
Αντισταθείτε σ' αυτόν που χαιρετάει απ' την εξέδρα ώρες ατελείωτες τις παρελάσεις σ' αυτή την άγονη κυρία που μοιράζει έντυπα αγίων λίβανον και σμύρναν σε μένα ακόμα που σας ιστορώ.
Αντισταθείτε πάλι σ' όλους αυτούς που λέγονται μεγάλοι στον πρόεδρο του Εφετείου αντισταθείτε στις μουσικές τα τούμπανα και τις παράτες σ' όλα τ' ανώτερα συνέδρια που φλυαρούνε πίνουν καφέδες σύνεδροι συμβουλατόροι σ' όλους που γράφουν λόγους για την εποχή δίπλα στη χειμωνιάτικη θερμάστρα στις κολακείες τις ευχές στις τόσες υποκλίσεις από γραφιάδες και δειλούς για το σοφό αρχηγό τους.
Αντισταθείτε στις υπηρεσίες των αλλοδαπών και διαβατηρίων στις φοβερές σημαίες των κρατών και τη διπλωματία στα εργοστάσια πολεμικών υλών σ' αυτούς που λένε λυρισμό τα ωραία λόγια στα θούρια στα γλυκερά τραγούδια με τους θρήνους στους θεατές στον άνεμο σ' όλους τους αδιάφορους και τους σοφούς στους άλλους που κάνουνε το φίλο σας ως και σε μένα, σε μένα ακόμα που σας ιστορώ αντισταθείτε. Τότε μπορεί βέβαιοι να περάσουμε προς την Ελευθερία.
Υστερόγραφο
Η διαθήκη μου πριν διαβαστεί - καθώς διαβάστηκε - ήταν ένα ζεστό άλογο ακέραιο. Πριν διαβαστεί όχι οι κληρονόμοι που περίμεναν αλλά σφετεριστές καταπατήσαν τα χωράφια.
Η διαθήκη μου για σένα και για σε χρόνια καταχωνιάστηκε στα χρονοντούλαπα από γραφιάδες πονηρούς συμβολαιογράφους. Αλλάξανε φράσεις σημαντικές ώρες σκυμμένοι πάνω της με τρόμο εξαφανίσανε τα μέρη με τους ποταμούς τη νέα βουή στα δάση τον άνεμο τον σκότωσαν - τώρα καταλαβαίνω πια τι έχασα ποιος είναι αυτός που πνίγει.
Και συ λοιπόν στέκεσαι έτσι βουβός με τόσες παραιτήσεις από φωνή από τροφή από άλογο από σπίτι στέκεις απαίσια βουβός σαν πεθαμένος:
Ελευθερία ανάπηρη πάλι σου τάζουν.
Τετάρτη, Νοεμβρίου 5
http://www.youtube.com/watch?v=y6l_smqPvg0
Αμερική στα ‘δωσα όλα και τώρα είμαι ένα τίποτα.
Αμερική δύο δολάρια και είκοσι επτά σεντς 17 Ιανουαρίου, του 1956.
Δεν αντέχω μήτε τα λογικά μου.
Αμερική πότε θα πάψουμε τον ανθρώπινο πόλεμο;
Τράβα γαμήσου εσύ και η ατομική σου βόμβα.
Δε νιώθω καλά μη με σκοτίζεις.
Το ποίημα μου δεν θα το γράψω αν δεν έρθω στα συγκαλά μου.
Αμερική πότε θα γίνεις αγγελική;
Τα ρούχα σου πότε θα τα βγάλεις;
Πότε θα αντικρίσεις τον εαυτό σου μέσα απ’ το τάφο;
Πότε θα γίνεις ισάξια του εκατομμυρίου Τροτσκιστών σου;
Αμερική οι βιβλιοθήκες σου γιατί είναι γεμάτες δάκρυα;
Αμερική πότε θα στείλεις τα αυγά σου στην Ινδία;
Τις παράλογες απαιτήσεις σου τις σιχάθηκα.
Πότε μπορώ να μπω στο σούπερ μάρκετ και να ψωνίσω ότι χρειάζομαι με την ομορφιά μου;
Στο κάτω κάτω Αμερική εγώ κι εσύ είμαστε τέλειοι όχι ο κόσμος που θα ‘ρθει.
Οι μηχανές σου παραείναι για μένα.
Μ’ έκανες να θέλω άγιος να γίνω.
Για να λύσουμε αυτό το ζήτημα θα πρέπει να υπάρχει άλλος τρόπος.
Ο Μπάρροουζ είναι στη Ταγγέρη δεν το βλέπω να επιστρέφει, κακό σημάδι.
Είσαι στ’ αλήθεια απειλή ή κάνεις πλάκα;
Προσπαθώ να μπω στο θέμα.
Αρνούμαι το πάθος μου να παρατήσω.
Αμερική μη με ζορίζεις ξέρω τι κάνω.
Αμερική τα άνθη της δαμασκηνιάς πέφτουν.
Εδώ και μήνες δεν διαβάζω εφημερίδες, κάθε μέρα κάποιος δικάζεται για φόνο.
Αμερική νιώθω συμπάθεια για τους Γουάμπλις.
Αμερική σαν ήμουν μικρός ήμουν κομμουνιστής και δεν μετανιώνω.
Καπνίζω μαριχουάνα σε κάθε ευκαιρία.
Κάθομαι μέρες στο σπίτι μου μονάχος όντας σε αδιέξοδο και κοιτάζω τα ρόδα
Μέσα στη ντουλάπα.
Όταν πηγαίνω στην Τσάιναταουν μεθάω και ποτέ δεν πηδιέμαι.
Το έχω πάρει απόφαση θα ‘χουμε φασαρίες.
Θα ‘πρεπε να μ’ έχεις δει να διαβάζω Μαρξ.
Ο ψυχαναλυτής μου πιστεύει πως έχω απόλυτο δίκιο.
Δεν θα το πω το Πάτερ Ημών.
Έχω μυστικά οράματα και κοσμικές δονήσεις.
Αμερική δεν σου ‘χω πει ακόμα τι έκανες στον Θείο Μαξ σαν ήρθε απ’ τη Ρωσία.
Σε εσένα μιλάω.
Θα αφήσεις το περιοδικό Τάιμ να ελέγχει τα αισθήματα σου;
Έχω μανία με το περιοδικό Τάιμ.
Το διαβάζω κάθε εβδομάδα.
Το εξώφυλλό του με κοιτάζει κάθε φορά που ξεγλιστράω στου ζαχαροπλαστείου τη γωνία.
Το διαβάζω στο υπόγειο της Δημόσιας Βιβλιοθήκης του Μπέρκλεϋ.
Πάντοτε μου μιλά για τη υπευθυνότητα. Οι επιχειρηματίες είναι σοβαροί.
Οι παραγωγοί του σινεμά είναι σοβαροί. Όλοι είναι σοβαροί εκτός από μένα.
Μου φαίνεται πως είμαι εγώ η Αμερική.
Μιλάω ξανά στον εαυτό μου.
Η Ασία ξεσηκώνεται εναντίον μου.
Δεν έχω τη ευκαιρία του κινέζου.
Καλύτερα να αναλογιστώ τους εθνικούς μου πόρους.
Οι εθνικοί μου πόροι αποτελούνται από δυο τσιγαριλίκια με μαριχουάνα
εκατομμύρια γεννητικά όργανα μια αδημοσίευτη προσωπική λογοτεχνία
που πετάει σαν τζετ με 1400 μίλια την ώρα και είκοσι επτά χιλιάδες ψυχιατρεία.
Για να μην αναφέρω τις φυλακές μου ή τα εκατομμύρια των αδικημένων που ζουν
μέσα στις γλάστρες μου κάτω απ’ το φως πεντακοσίων ήλιων.
Κατάργησα τα μπορδέλα στη Γαλλία, σειρά τώρα έχει η Ταγγέρη.
Φιλοδοξώ να γίνω Πρόεδρος παρά το γεγονός πως είμαι Καθολικός.
Αμερική πώς να γράψω μια ιερή λιτανεία μες στη βλακεία που σε δέρνει;
Θα συνεχίσω όπως ο Χένρυ Φορντ οι στροφές μου είναι το ίδιο ατομικές όσο
και τα αυτοκίνητά του μα επιπλέον έχουν όλες τους διαφορετικά φύλα.
Αμερική θα σου πουλήσω τις στροφές μου για 2500 δολάρια το κομμάτι
με προκαταβολή δολάρια 500 λόγω των παλιών σου στροφών
Αμερική ελευθέρωσε τον Τομ Μούνευ
Αμερική σώσε τους Ισπανούς Δημοκράτες
Αμερική ο Σάκο και ο Βανζέτι δεν πρέπει να πεθάνουν
Αμερική είμαι τα παιδιά του Σκότσμπορο.
Αμερική σαν ήμουν επτά χρονών η μαμά μ’ έπαιρνε μαζί της σε κομμουνιστικών
οργανώσεων συγκεντρώσεις μας πούλαγαν στραγάλια μια χούφτα το κουπόνι
και το κουπόνι έκανε μια δεκάρα και οι ομιλίες ήταν ανοιχτές όλοι ήταν πράοι
και νοιάζονταν για τους εργάτες όλα ήταν τόσο τίμια δεν μπορείς
να φανταστείς πόσο ωραίο ήταν το κόμμα το 1935 ο Σκοτ Νίαρινγκ ήταν ένας
πελώριος γέροντας ένας πραγματικός κύριος η Μητέρα Μπλουρ το Αιώνιο Θηλυκό των απεργών του Μεταξιού με έκανε να κλαίω κάποτε είδα
Μπροστά στα μάτια μου τον Ίσραελ Άμτερ.
Όλοι τους πρέπει να ήταν κατάσκοποι.
Αμερική δεν θες στ’ αλήθεια πόλεμο.
Αμερική φταίνε ‘κείνοι οι βρωμο-Ρώσοι.
Οι βρωμο-Ρώσοι εκείνοι οι βρωμο-Ρώσοι και οι Κινέζοι. Κι εκείνοι οι βρωμο-Ρώσοι.
Η Ρωσία θέλει να μας φάει ζωντανούς. Η Ρωσία είναι τρελή υπερδύναμη. Θέλει να
κλέψει απ’ τα γκαράζ μας τα αυτοκίνητα.
Θέλει να κατακτήσει το Σικάγο. Χρειάζεται ένα αριστερό Reader’s Digest.
Θέλει να πάει τα εργοστάσια που φτιάχνουν αυτοκίνητα στη Σιβηρία.
Οι τρομεροί γραφειοκράτες της να ελέγχουν τα βενζινάδικα μας.
Δεν είναι καλή. Ξου. Αυτή θα μάθει γράμματα στους Ινδιάνους. Χρειάζεται
μεγάλους αραπάδες. Χα. Θα μας βάλει να δουλεύουμε δεκάξι ώρες τη μέρα.
Βοήθεια.
Αμερική τα πράγματα είναι σοβαρά.
Αμερική αυτή την εντύπωση σχηματίζω βλέποντας τηλεόραση.
Αμερική έτσι έχουν τα πράγματα;
Καλύτερα να μιλήσουμε στα ίσια.
Είναι αλήθεια πως δεν θέλω να πάω στο Στρατό ή να δουλεύω τόρνους
σε εργοστάσια εξαρτημάτων ακριβείας, είμαι μυωπικός και ψυχοπαθής
ούτως ή άλλως.
Αμερική βάζω τον ομοφυλόφιλο ώμο μου στον τροχό.
την μετάφραση μας υπέδειξε η εικονιζόμενη και γνωστή σας από παλαιότερη ανάρτηση φίλη του ιστολογίου Καρολίνα.
Καρολίνα σου υπενθυμίζω ότι ακόμη μας χρωστάς τη μετάφραση από τα ρωσικά τουВладимир Владимирович МАЯКОВСКИЙИ
Τρίτη, Νοεμβρίου 4
Κυριακή, Νοεμβρίου 2
Ήταν, πράγματι, εντυπωσιακό. Για δύο ολόκληρες ώρες δεν άκουγες ούτε έναν ξερόβηχα, ούτε ένα κιχ. Κι όμως δεν υπήρχε δράση. Ούτε υπόθεση. Ούτε κάποια συγκινητική σκηνή, ούτε κάποιο πέρασμα ικανό να σου κόψει την ανάσα. Ούτε κάποιος καταιγιστικός ρυθμός. Τίποτα από όλα όσα μάθαμε πως κρατάνε το ενδιαφέρον του θεατή.
Στην οθόνη ηγεμόνευε η απόλυτη αλήθεια. Η μυθοπλασία που δείχνεται πιο αληθινή από την ντοκουμενταρίστικη πραγματικότητα. Η σκηνοθεσία που μοιάζει να αναιρεί τον εαυτό της. Η ηθοποιία που δεν ξέρει από σχολές και τέτοια. Η κάμερα που μένει σχεδόν ακίνητη πάνω σε πρόσωπα. Κι ένας συνεχής διάλογος, μια συνεχής ροή προφορικού λόγου που σε άλλες περιπτώσεις θα χαρακτήριζε κανείς εντελώς αντικινηματογραφική.
Το «Ανάμεσα στους τοίχους», αναφέρεται στη ζωή μιας τάξης σε ένα σχολείο κάποιας περιοχής της Γαλλίας. Αναφέρεται, χωρίς να ωραιοποιεί τίποτα, στη σχέση καθηγητή και μαθητών, στην αυτοθυσία αλλά και στην κούραση του καθηγητή, στη δυσπιστία και την επιθετικότητα και τη σύγχυση των μαθητών, στο αδιέξοδο κάποιων δημοκρατικών θεσμών (από τα σημαντικότερα θέματα της ταινίας -θα πήγαινα τους ηγέτες των αριστερών κομμάτων, αλλά και τους κατά καιρούς «ηγέτες» του φοιτητικού κινήματος με το ζόρι να δουν την ταινία μόνο και μόνο γιʼ αυτό το θέμα), στην έλλειψη οποιασδήποτε ζεστασιάς στις διαπροσωπικές σχέσεις, στην κυριαρχία του «πολιτικώς ορθού» ακόμα κι εκεί όπου υποτίθεται ηγεμονεύει η ιδέα της εξέγερσης, στη δυσκολία συγκατοίκησης των διαφορετικών φυλών, στον αυτισμό της οικογένειας ως κοινωνικού πυρήνα και τέλος στα αδιέξοδα μιας ολόκληρης κοινωνίας, αφού στις αίθουσες του σχολείου και στη στενή μπετονένια αυλή ετοιμάζεται να βγει από το αυγό η κοινωνία του αύριο.
Από την "Αυγή ", ο συντάκτης του σχολίου μάλλον καθόταν δίπλα μου
Πέμπτη, Οκτωβρίου 30
Πέμπτη, Οκτωβρίου 23
Τετάρτη, Οκτωβρίου 22
Παρασκευή, Οκτωβρίου 17
Βλαδίμηρος Μαγιακοφσκι
Μετάφραση: Γιάννης Ρίτσος
Κυριακή, Οκτωβρίου 12
Δευτέρα, Οκτωβρίου 6
Τρίτη, Σεπτεμβρίου 23
"Μη με διαβάζετε
..όταν δεν ξέρετε κανέναν υπερσυντέλικο
αν δεν αγαπάτε τα ζώα
και μάλιστα τις νυφίτσες.
Αν δεν ακούτε τούς κεραυνούς ευχάριστα
οπουδήποτε.
Οταν δεν ξέρετε πως ο ωραίος Modigliani
τρείς η ώρα τη νύχτα μεθυσμένος
χτυπούσε βίαια την πόρτα ενός φίλου του
γυρεύοντας τα ποιήματα τού Βιγιόν
κι άρχισε να διαβάζει ώρες δυνατά
ενοχλώντας το σύμπαν.
Οταν λέτε τη φύση μητέρα μας και όχι θεία μας.
Οταν δεν πίνετε χαρούμενα το αθώο νεράκι.
Αν δεν καταλάβατε πως η Ανθούσα είναι μάλλον η εποχή μας.
ΠΡΟΣΟΧΗ
ΧΡΩΜΑΤΑ.
Μη με διαβάζετε
όταν
έχετε
δίκιο.
Μη με διαβάζετ όταν
δεν ήρθατε σε ρήξη με το σώμα.
Ωρα να πηγαίνω
δεν έχω άλλο στήθος."
ΝΙΚΟΣ ΚΑΡΟΥΖΟΣ
Δευτέρα, Σεπτεμβρίου 15
σταμάτησε τη μάταιη μουσική
γέλασε στον καθρέφτη σήκωσε τα χέρια
έβαψε το πρόσωπό της με το χρώμα
μιας προσμονής είδε τον ήλιο
μέσα στο ρολόγι της τότε θυμήθηκε:
- Δες το ποίημα αλήθεψε
και το νόθο αγόρι και το χρώμα
χαρίζουν τη χαρά
και τον τόπο αυτό πώς να φωτογραφήσουν
είναι ο τόπος της υποκρισίας
είναι η χώρα που παραμονεύουν
παιδιά που χάσαν την αγνότητά τους
κι απλώνουνε τα χέρια στ’ ανοιχτά παράθυρα
να πέσουν τ’ άρρωστα φιλιά
να πέσουν κλαίγοντας απ’ τα παράθυρα
τα νέα λιγόζωα ορφανά
σφίγγοντας μεσ’ στο πληγωμένο χέρι τους
μια τούφα άσπρα μαλλιά
Απ’ το πανάρχαιο τ’ όνειρο
Μ. Σαχτούρη , Τ όνειρο
Παρασκευή, Σεπτεμβρίου 12
Πέμπτη, Σεπτεμβρίου 11
την πίστιν της Πηνελόπης,
του πατρός το γήρας,
τους παλαιούς του φίλους,
του λαού του αφοσιωμένου την αγάπην,
και την ειρήνην και ανάπαυσιν του οίκου εβαρύνθη.
Κ’ έφυγεν.
Ότε δε της Ιθάκης αι ακταί ελιποθύμουν βαθμηδόν εμπρός του
κι έπλεε προς δυσμάς πλησίστιος,
προς Ίβηρας,
προς Ηρακλείους στήλας,
—μακράν παντός Aχαϊκού πελάγους,
—ησθάνθη ότι έζη πάλιν,
ότι απέβαλλε τα επαχθή δεσμά γνωστών πραγμάτων και οικιακών.
Και η τυχοδιώκτις του καρδιά ηυφραίνετο ψυχρώς, κενή αγάπης."
Παρασκευή, Αυγούστου 1
Αυτοσυγκέντρωση πριν την ¨ποιμενική"
πριν την διαβούλευση
Владимир Владимирович МАЯКОВСКИЙИ
з улицы в улицуУ-лица.ЛицаУдоговгодоврез-че.Черезжелезных конейс окон бегущих домовпрыгнули первые кубы.Лебеди шей колокольныхгнитесь в силках проводов!В небе жирафий рисунок готоввыпестрить ржавые чубы.Пестер, как форель,сынбезузорной пашни.Фокусникрельсытянет из пасти трамвая,скрыт циферблатами башни.Мы завоеваны!Ванны.Души.Лифт.Лиф души расстегнули!Тело жгут руки.Кричи не кричи:"я не хотела!" -резокжгутмуки.Ветер колючийтрубевырываетдымчатой шерсти клок.Лысый фонарьсладострастно снимаетс улицычерный чулок..
Δευτέρα, Ιουλίου 28
Τετάρτη, Ιουλίου 23
Με την υποστήριξη του κεντρώου Κόμματος του Κογκρέσου του Νεπάλ, ο 61χρονος Ραμ Μπαράν Γιαντάβ είχε λάβει 308 από τις 590 ψήφους των μελών της Συντακτικής Συνέλευσης, κερδίζοντας τον υποψήφιο που υποστήριζαν οι μαοϊστές, οι οποίοι διαθέτουν το μεγαλύτερο αριθμό εδρών στη Συνέλευση, αλλά όχι και την απόλυτη πλειοψηφία.
Η εκλογή του βύθισε τη χώρα σε μια νέα πολιτική κρίση, καθώς οι μαοϊστές αποφάσισαν πως υπ' αυτές τις συνθήκες δεν θα σχηματίσουν αυτοί την πρώτη κυβέρνηση της Δημοκρατίας του Νεπάλ.
Η ορκωμοσία του Ραμ Μπαράν Γιαντάβ έγινε ενώπιον της Συνέλευσης που στις 28 Μαΐου αποφάσισε την κατάργηση της μοναρχίας στο Νεπάλ
Δευτέρα, Ιουλίου 21
Δευτέρα, Ιουλίου 7
Πέμπτη, Ιουλίου 3
Τρίτη, Ιουλίου 1
http://www.youtube.com/watch?v=HH6jgxfWO2Y
Τρίτη, Ιουνίου 24
Δευτέρα, Ιουνίου 23
Εκατόν ένας κανονιοβολισμοί για τη Θεσσαλονίκη
Του Σπυρου Καραβα
Σάββατο, Ιουνίου 21
Κυριακή, Ιουνίου 8
Η Θεσσαλονίκη με τα μάτια ενός Ιταλού Tο «Salonica» που προβλήθηκε στην Ελβετία, από ντοκιμαντέρ για την εβραϊκή κοινότητά της, κατέληξε σε πορτρέτο της πόλης
Της Νελλης Αμπραβανελ
Πριν από μερικές εβδομάδες, ένα ντοκιμαντέρ για τη Θεσσαλονίκη, άγνωστο στους περισσότερους Ελληνες, έκανε πρεμιέρα στους κινηματογράφους τριών πόλεων της Ελβετίας: στη Βέρνη, τη Βασιλεία και τη Ζυρίχη. Πριν από δύο χρόνια, και για δώδεκα μήνες, ο Ιταλός σκηνοθέτης Πάολο Πολόνι, που τα τελευταία είκοσι χρόνια ζει και εργάζεται στη Ζυρίχη, εγκαταστάθηκε στη Θεσσαλονίκη με σκοπό να γυρίσει μια ταινία για την εβραϊκή κοινότητά της. Η αρχική ιδέα όμως εξελίχθηκε σε κάτι τελείως διαφορετικό: η ταινία, που φέρει τον τίτλο «Salonica» πρόκειται για μια σειρά πορτρέτων που καταφέρνουν να συνθέσουν ένα εκφραστικό πανόραμα της ελληνικής πόλης, με ιδιαίτερη έμφαση στην ταυτότητα, το αίσθημα του εθνικισμού και την πολυπολιτισμικότητα.
Η «Κ» ταξίδεψε στη Ζυρίχη, επιστρέφοντας με μια πρώτη εικόνα μιας ταινίας, που αν και δεν έχει έρθει ακόμα στη χώρα μας, είναι αφιερωμένη σε αυτήν.
Φτάνοντας στη Θεσσαλονίκη
Πώς ένας Ιταλός σκηνοθέτης, που δεν είναι Εβραίος, που ζει στην Ελβετία, και που δεν έχει «προηγούμενα» με την Ελλάδα, αποφασίζει να γυρίσει το πορτρέτο μιας ελληνικής πόλης; «Σε ένα ποίημα του Μπόρχες πρωτοσυνάντησα το όνομα της Θεσσαλονίκης. Ο Αργεντίνος συγγραφέας αναφερόταν στους Ισπανούς Εβραίους της Θεσσαλονίκης που κρατούσαν ακόμα το κλειδί των σπιτιών τους στο Τολέδο... Επειτα ήρθε ο Πρίμο Λέβι με τις αναφορές του στο Αουσβιτς και τους πολυμήχανους και έμπιστους Θεσσαλονικιούς Εβραίους συγκρατούμενούς του. Η Θεσσαλονίκη είναι μια πόλη που την ακούς περιστασιακά, αλλά δεν έχεις καθαρή εικόνα για το πού βρίσκεται. Δεν είναι η Αθήνα ούτε τα νησιά, και για εμάς τους Δυτικούς Ευρωπαίους, συγκαταλέγεται στην μπερδεμένη περιοχή των Βαλκανίων. Πήγα λοιπόν ως τουρίστας, διαβασμένος και διψασμένος, και ίσως με μια υπερβολικά ρομαντική διάθεση».
Ο Πολόνι όμως απογοητεύτηκε. Η εβραϊκή κοινότητα που περίμενε να βρει δεν αντιστοιχούσε στις ιστορίες που είχε διαβάσει. «Φτάνοντας στην πόλη κατάλαβα ότι το έργο δεν θα μπορούσε να γίνει για τους Εβραίους της Θεσσαλονίκης. Θα ήταν ένα έργο νοσταλγικό, μελαγχολικό, ένα έργο στραμμένο μόνο προς το παρελθόν. Και μια τέτοια ταινία δεν θα ταίριαζε σε μια πόλη με τόση ενέργεια, θόρυβο και ζωή».
Από τον Πρίμο Λέβι στην τσιγγάνα Ολιβέρα
Οι πρώτοι χαρακτήρες που εμφανίζονται στην οθόνη ανήκουν στην εβραϊκή κοινότητα της Θεσσαλονίκης, είναι πολύ μεγάλοι σε ηλικία, δίνουν τις συνεντεύξεις τους μιλώντας Λαδίνο και εξιστορούν τις εμπειρίες τους από το Ολοκαύτωμα. Μπορεί κανείς να καταλάβει ποια μελαγχολία φοβάται ο Πολόνι, άσχετο αν τελικά αποφάσισε να την εντάξει στην τελική εκδοχή του έργου.
Ομως το επόμενο πλάνο δείχνει όμορφες έφηβες να παρελαύνουν στους κεντρικούς δρόμους της Θεσσαλονίκης σε κάποια εθνική εορτή, με τα γελάκια τους και το ρυθμό των τυμπάνων να σε επαναφέρουν στη σύγχρονη εποχή.
Επιστροφή στην εβραϊκή πλευρά, αλλά πρωταγωνιστής αυτή τη φορά, ο δεκατετράχρονος Ντάνι που ετοιμάζεται για τη θρησκευτική του ενηλικίωση, μιλάει πονηρά για κορίτσια και παίζει ηλεκτρονικά παιχνίδια. Η κάμερα αφήνει τον Ντάνι και καταπιάνεται με την Ολιβέρα, μια τσιγγάνα που μιλάει για την οικονομική της κατάσταση και την ανάγκη της να ανεξαρτητοποιηθεί από την οικογένειά της. Και ύστερα έρχονται ο περιπτεράς, ο υπερήφανος Ελληνο-πόντιος φωτογράφος και ο σπασμωδικός Αμερικάνος φοιτητής που προσπαθεί να βρει τις ρίζες του.
Η κάμερα του Πολόνι αρχίζει από εκεί που άρχισε και αυτός, διαβάζοντας τον Μπόρχες και τον Λεβί. Ομως οι περιστάσεις τον παρασύρουν σε ένα πιο σύγχρονο πανόραμα της Θεσσαλονίκης, κάτι που ο ίδιος δεν περίμενε ποτέ να ανακαλύψει. «Δεν αγνοώ τους λίγους Εβραίους της πόλης, και ούτε ξεφεύγω απόλυτα από το νοσταλγικό και μελαγχολικό στοιχείο των πορτρέτων τους – είναι αδύνατον άλλωστε. Εναλλακτικά, προσπαθώ να τοποθετήσω αυτές τις προσωπικότητες μέσα σε ένα περίπλοκο και ανομοιογενές αστικό περιβάλλον», κάτι αρκετά ριψοκίνδυνο, δεδομένου τις πιθανές αντιδράσεις από την πλευρά της εβραϊκής κοινότητας – άλλωστε έχουμε όλοι συνηθίσει έναν πιο «σεβάσμιο» τρόπο παρουσίασης των επιζησάντων του Ολοκαυτώματος.
Ελληνικότητα και εθνικισμός
Αυτό που φαίνεται να κέντρισε πιο πολύ το ενδιαφέρον του Πολόνι είναι το αίσθημα του «Ελληνάρα», αν και ποτέ δεν χρησιμοποιεί τη συγκεκριμένη έκφραση. Αλλωστε, η αγαπημένη του φιγούρα, που κυριολεκτικά, κλέβει την παράσταση, είναι ο Πόντιος φωτογράφος Γιάννης Κυριακίδης, που ξεσπάει για το θέμα της ονομασίας των Σκοπίων, ανοίγοντας ένα απρόσμενο κεφάλαιο για τον Πολόνι. «Κατάλαβα ότι υπάρχει ένα σύγχρονο πάθος για το θέμα της ταυτότητας. Υπάρχει μια εύθραυστη πλευρά της Ελλάδας, που είναι πολύ πιο έντονη στο Βορρά, ειδικά αν λάβουμε υπ’ όψιν μας το πότε εντάχθηκαν γεωγραφικά στο ελληνικό κράτος οι σημερινές βόρειες περιοχές της Ελλάδας».
Ποιες όμως θα είναι οι αντιδράσεις του εγχώριου κοινού; Ο Πολόνι έχει τις επιφυλάξεις του. «Πιστεύω πως το ελληνικό κοινό θα διαψεύσει αυτόν τον υπερβολικό εθνικισμό. Θα θεωρηθεί ίσως επίσης ότι το έργο δεν έχει την κοινωνιολογική ισορροπία που θα περίμενε κανείς από τον τίτλο του.
Θα αναρωτηθούν για παράδειγμα: πού είναι η φιλελεύθερη, κοσμοπολίτικη γενιά που έχει ταξιδέψει και έχει διαβάσει και μπορεί να συνεννοηθεί τέλεια στα αγγλικά; Η αλήθεια είναι ότι γνώρισα τέτοιους ανθρώπους, αλλά ήταν πολύ “καθαροί” για την ταινία που τελικά αποφάσισα να κάνω. Το έργο μου δεν είναι κοινωνιολογική έρευνα, ούτε ρεπορτάζ. Μοιάζει τελικά περισσότερο με ιμπρεσιονιστικό πίνακα, που αν τον δεις από κοντά, δεν θα καταλάβεις πολλά, ενώ αν κάνεις λίγο πίσω, αντιλαμβάνεσαι μια μεγαλύτερη εικόνα, την ατμόσφαιρα και την αίσθηση μιας πόλης – τουλάχιστον αυτή ήταν και είναι η φιλοδοξία μου».
Η ματιά δεν είναι ελληνική, και αυτό ίσως να επιτρέπει μια πιο ρομαντική προσέγγιση, που το ελληνικό κοινό μπορεί εύκολα να απορρίψει. Ομως αυτή η εξωτερική ματιά έχει σίγουρα ένα ενδιαφέρον: μας υπενθυμίζει ότι πολλές φορές, η ιδέα που έχουμε για τον τόπο μας διαφέρει πολύ από αυτήν που έχουν οι άλλοι για μας, είτε αυτό έχει μια βάση είτε όχι.